Η απορία
Αυτό το πρωινό της Δευτέρας, οι εκπρόσωποι της "Νέας Ελληνικής Πολιτείας", όπως ονομάζεται εδώ και λίγους μήνες το πρώην κράτος της Ελληνικής Δημοκρατίας, περνούν την πύλη του μεγαλύτερου εργοστασίου της βιομηχανικής περιοχής. Τους συνοδεύει ο πληρεξούσιος του κομισάριου της διεθνούς επιτροπής, γνωστής και σαν κομισαριάτο οικονομικής στήριξης της χώρας.
Οι τρεις χιλιάδες εργαζόμενοι συγκεντρώνονται στο χώρο που έχει οργανωθεί γι αυτό, στο μεγάλο υπόστεγο στην κεντρική μονάδα παραγωγής, και ο πληρεξούσιος του κομισαριάτου απευθύνει σύντομο χαιρετισμό, στη μητρική του γλώσσα, μιλώντας με σεβασμό, για τις μεγάλες προσπάθειες που καταβάλλουν οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι, για τη σωτηρία της πατρίδας.
Δίπλα του ένας ψηλός με καπαρντίνα μεταφράζει. Ο πληρεξούσιος κλείνει τον πολύ σύντομο χαιρετισμό του, ευχόμενος την επόμενη φορά που θα συναντηθούν, να μπορούν να μιλούν όλοι οι παρόντες, τη νέα επίσημη γλώσσα του κράτους, τη γερμανική. Είναι άλλωστε κρίμα για τον ίδιο τον πληρεξούσιο, να μη μπορεί να επικοινωνήσει απευθείας με όλα αυτά τα όμορφα νεαρά παλικάρια της ελληνικής εργατικής τάξης, που τα βλέπει σήμερα να τον παρακολουθούν με κάποια αμηχανία στο βλέμμα, και που τόσο πολύ διαφέρουν από τις παρέες που τον συντροφεύουν στο γνωστό γκέι μπαρ, εκεί που κάποτε στεγαζόταν η πολεοδομία της πόλης.
Ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Νέας Ελληνικής Πολιτείας, αναλύει στους συγκεντρωμένους εργαζόμενους της βιομηχανικής μονάδας που πλέον παράγει εξοπλισμό αποκλειστικά για τις μεγαλύτερες μονάδες της Γερμανίας, το αναθεωρημένο Μνημόνιο 129, και τις αλλαγές που αυτό φέρνει στο εργασιακό καθεστώς, όπου μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι οι εργαζόμενοι θα αμείβονται για μία ημέρα της εβδομάδας, ενώ η αξία της εργασίας των υπόλοιπων έξι ημερών θα προσφέρεται, με τη μορφή προϊόντος κατάσχεσης σε χέρια τρίτων, στο ταμείο του κομισάριου για τη μείωση του χρέους του πρώην ελληνικού κράτους. Η μεταρρύθμιση του Μνημονίου 123Α, είχε ήδη επιβάλει πολύ νωρίτερα, την επταήμερη εβδομάδα απασχόλησης με δωδεκάωρο καθημερινό ωράριο εργασίας, με εξαίρεση την Κυριακή το απόγευμα, που οι εργαζόμενοι έχουν ρεπό μετά τις τέσσερις, όταν ολοκληρώνεται το ωράριο της κυριακάτικης ημιαπασχόλησης, κάτι σαν τις παλιές ημιαργίες ένα πράμα.
Στη συνέχεια οι εκπρόσωποι της Νέας Ελληνικής Πολιτείας, προχωρούν σε μία πολύ σοβαρή ανακοίνωση και για το λόγο αυτό παρακαλούν για την προσοχή όλων. Ο επικεφαλής, ένας κοντόχοντρος, διευθυντικό μεγαλοστέλεχος του πρώην κράτους, αλλά και της νυν Πολιτείας, ξεκινά με στιβαρή φωνή :
"Συμπατριώτες. Οι θυσίες του λαού αρχίζουν να πιάνουν τόπο. Οι δείκτες τόσο του χρέους, όσο και των ελλειμμάτων εμφανίζουν σημαντική μείωση. Η ανεργία επίσης εξαφανίστηκε. Το σύνολο των Ελλήνων εργάζεται στα πλαίσια αποπληρωμής των δανείων. Ωστόσο, η πατρίδα αντιμετωπίζει το θλιβερό φαινόμενο του ελλιπούς επισιτισμού. Η τροφοδοσία είναι πλέον προβληματική, καθώς το σύνολο της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής προωθείται, στις χώρες των πιστωτών του προηγούμενου διεφθαρμένου καθεστώτος, για την αποπληρωμή του χρέους. Προκειμένου να αποφευχθεί το αποκρουστικό θέαμα των τυμπανιαίων πτωμάτων , όλων εκείνων που θα πεθάνουν από ασιτία στους δρόμους, που τόσους κινδύνους εγκυμονεί για τη δημόσια υγεία, αλλά δημιουργεί και ζητήματα αισθητικής, όπως μας επισήμανε νωρίτερα ο φίλτατος εκπρόσωπος του κομισαριάτου, που μας συνοδεύει σήμερα, αποφασίσαμε να προβούμε σε δραστικά, προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση του επερχόμενου προβλήματος. Έτσι λοιπόν αποφασίστηκε να κρεμάσουμε προκαταβολικά τριακόσιους από εσάς. Και επειδή η δημοκρατία είναι το ύψιστο ιδανικό του έθνους, αγαπητοί συνέλληνες, ο εκπρόσωπος του κομισαριάτου ενθαρρύνει την εθελοντική προσφορά σας, ως μία ακόμα ένδειξη του πατριωτισμού των Ελλήνων, που έχει συγκλονίσει την Ευρώπη".
Το πλήθος παραμείνει σιωπηλό. Καμία αντίδραση. Οι απόγονοι των γενναίων προγόνων των ολοκαυτωμάτων,και των εθνικών αγώνων, υπομένουν στωικά, και περιμένουν ίσως τις καλλίτερες ημέρες που τους έταξαν οι κυβερνήτες τους. Ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας συνεχίζει : "Υπάρχει καμία ερώτηση, συνέλληνες, καμία απορία;"
Από το συγκεντρωμένο βουβό πλήθος των εργαζομένων, ένα γεροντάκι, πολύ κοντά στο όριο ηλικίας για σύνταξη στα εβδομήντα εννέα, όπως καθιερώθηκε με το επικαιροποιημένο Μνημόνιο 107, όπου έδινε ευνοϊκούς -σχεδόν χαριστικούς- όρους στους παλαιούς εργαζόμενους για να βγουν στη σύνταξη, πριν από το επίσημο όριο ηλικίας των ογδόντα δύο, με εξήντα χρόνια εργασίας.
- Συμπατριώτη εκπρόσωπε μπορώ να κάνω μία ερώτηση, παρακαλώ;
- Ελεύθερα συμπατριώτη.
Ο εκπρόσωπος τον θυμάται. Τον είχε υφιστάμενο τον καιρό που ήταν πρόεδρος, την εποχή της προηγούμενης κατάστασης, σε εκείνη τη χρυσοφόρα ΔΕΚΟ της αμυντικής βιομηχανίας, πριν την πουλήσουν σε κάτι "επενδυτές" από την αραπιά, για να μειωθεί το χρέος. Ξαφνικά η μνήμη λειτουργεί περίεργα και θυμάται την τελετή παράδοσης στους πετρελαιάδες. Ήταν όλοι εκεί: Εκείνος ο χοντρός με την τεράστια κοιλιά, που νόμιζε ότι ήταν αδύνατος και ότι μόνο οι άλλοι τρώγανε μαζί του, ενώ εκείνος κοίταγε, αλλά και οι άλλοι, οι σοσιαλφασίστες που φάγανε τις σάρκες όλων των υπολοίπων και έψαχναν οδοντογλυφίδες για να καθαρίσουν τα δόντια τους.... Η φωνή του γερο εργάτη τον επαναφέρει
- Να, συμπατριώτη εκπρόσωπε, να με συμπαθάς, ήθελα να ρωτήσω...., δηλαδή...., εεεε...
- Συνέχισε πατριώτη, την ερώτηση, σε παρακαλώ. Ο εκπρόσωπος ενθαρρύνει τον βετεράνο εργαζόμενο.
- Το σχοινί, συμπατριώτη, το σχοινί. Θα μας το δώσετε ή να το φέρουμε από τα σπίτια μας;